Μάθημα Ιστορίας (1987)


Θεόδωρος Γρηγοριάδης







ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ







ΞΑΝΘΗ 1987









Μάθημα Ιστορίας - Πρώτο
-----------------------------------------

Δυο- τρεις χιλιάδες λέξεις
δεν γράφουν μια ιστορία
αφού οι ιστορίες γράφονται με πέτρες
και σαύρες που σέρνονται πάνω τους.
Με φίδια
χωμένα στα ερείπια και μικρά
σκατά ζώων ή βιαστικών εκκενώσεων.
Επίσης
η ιστορία γράφεται και στον αέρα,
στο νερό, στα φύλλα
και στις παλάμες μας την ώρα
που αγγίζουμε το νόημά της.
( Όχι αυτό που εθνολογικά μας αποδόθηκε
αλλά αυτό που αισθανθήκαμε στις δεκατέσσερις Ιουλίου
κάψα μεσημέρι
όταν δήθεν διοργανώναμε την επόμενη
συνάντηση που δεν θα γίνει ποτέ).

Η ιστορία επιβεβαιώνεται και
σε Ενεστώτα Μέλλοντος



Τοπίο
---------

Αυτό το πλάτωμα κατέστρεψε
την ανισορροπία του εδάφους.
Χάλασε την προσμονή μας
για εμπόδια, τη ρήξη μας
ισοπέδωσε. Ελπίσαμε στην ανάβαση,
στο λαχάνιασμα.

Όμως έκθετοι παραμένουμε
στη γύμνια μιας τσιμεντένιας πηγής,
ενός πετρωμένου γηπέδου.
Ακόμη και το τοπίο μάς εκδικείται.














Μειονοτικό - 1
--------------------

Ας μαζέψουμε λουλούδια.
Στην προκυμαία να σπάζουν τα κύματα
στην ραγισμένη τζαμαρία.
Τα καίκια ας θρηνούν επί των κυμάτων.
Εμείς ας. Εκείνοι να.
Και ας λένε. Λόγια.
Κανείς δεν θα χαλάσει την κατασκήνωση
που χτίσαμε.
Μας ανήκουν τα κύματα, η άμμος η ψιλή,
το σούρουπο, η μελιτζανοσαλάτα,
η Ιωνική κατατομή των γύφτων.
Μας ανήκουν οι κοπέλες στα παραθύρια,
οι περίπολοι, τα Κ.Α.Ο.Α και τα χωριά
τα πέριξ.
Γι αυτό ας. Ασ’ τους να λένε.
΄Ασ’ τους μέσα να έρθουν, να μη βρέχονται.
Με τον καιρό κι αυτοί δικοί μας
θα γίνουνε.








Όνειρο
----------


Η ζαλισμένη γειτόνισσα
ενώ τινάζει, πέφτει.
Πετάει.
Με μια κουβέρτα ακρυλική
και μυρωδιά από βαριά χνώτα.
Θα πέσει από τον έκτο
η άμοιρη και ανάμεσα στα ξώψυχα
τα τελευταία λόγια της :
"non patio quad apetivas somnibum"
που σ’ άλλη γλώσσα πάει να πει:
"νόμιζα πως στα όνειρα όταν πετάς
οργάζεσαι".












Μάθημα Ιστορίας - Δεύτερο
---------------------------------------

Στη μάχη του Σιτοχωρίου
οι εχθρικές δυνάμεις αποβιβάσθηκαν
σε μέρη όπου οι ηδονές οδοφράγματα
είχανε στήσει και οι πολεμιστές
-κορμιά δοσμένα, λεία και λάφυρα-
με σαλπιγκτές σοδομιστές και
σαδιστές συνεπλάκησαν.

Αυτήν την μάχη λογόκριναν
ακαδημαϊκοί πατέρες
μην τάχα τα καλά μας δεν φορέσαμε
σ' εκείνη δα την μάχη
που κερδισμένοι άνδρες
βγήκαμε.










Structure
-------------

Γιατί σε κάθε νόημα
να έχουμε συμπέρασμα,
το γέλιο σαν χαράκωμα
το κλάμα σαν απόληξη;

Γιατί η κάθαρση διέβρωσε
τα ήθη μας και τα
αμερικανάκια το happy end
μας εύχονται;

Γιατί, τέλος πάντων, σε κάθε μας ερώτηση
το ερωτηματικό προσδίδει αμφισβήτηση,
και όχι αποτίμηση στην τόση μας παράνοια;

Α, αχ, συντακτικό πόσο πολύ σ' αγάπησα
ασύντακτα, παράφορα, χωρίς σημεία στίξης.







Μειονοτικό - 2
---------------------

...ανηφορίζουμε το μονοπάτι των ελατιών...
στα έγγραφα μας είπαν και στα ερευνητικά
προγράμματα πως κάτι θα απόμεινε από
τα ιαματικά λουτρά και τα Θρακικά τα όργια
πλησίον των πηγών...

Στο χάμωμα σαν φθάνουμε, κεραμίδια,
καμινάδες, μιναρέδες και σύννεφα,
καπνοί από ξυλόσομπες και ψησταριές.
Γλώσσες βαλκανικές, μουσουλμανική πίστη
και πάνω απ’ όλα Έλληνες μεσ’ τα χαρτιά.
Υποδοχή με σμιχτά μάτια, λόγια θολά,
«τι θέλουνε;», «δεν έχουμε τα έθιμα,
τα προξενιά τελείωσαν. Άντρες στον Νότο
στείλαμε, στα εργοστάσια».

«Ένα νερό παρακαλώ». Μικρές επιδημίες,
α, και λίγη σύφιλη υπάρχει. Η στενωσιά
μας, βλέπετε. Τι τελετές και τι γιορτές,
κάτι παιδιά θα περιτμήσουμε σήμερα.




Αυτηνής
------------

Πάνω από τα βουνά
ίσκιωσε το δράμα.
Τα πρόσωπα
περιπλανήθηκαν
στα δάση, στις πηγές
και δίπλα σε ένα ξεροπόταμο
δυο φρουροί
ξεχασμένων συνόρων
ανασύρουν το πτώμα μιας κοπέλας
βιασμένο,
που χρόνια ψάχναμε στους θιάσους.

Της Γκόλφως. Όπως την υποδύθηκε
η Καλλιόπη Νταχταρίδου, Ποντία
και μαχαλοβγαλμένη, στις γειτονιές
της πόλης Κτέμιρα που πρόσφατα
ιδρύθηκε.







Παράβαση
----------------

Ο καρνάβαλος θα τελειώσει
ανάμεσα σε νέον μαγαζιά
κι αγροτικές λιτανείες.
Στο τέλος της πομπής
αφήστε με
να σέρνω
τα
πόδια μου
αφήστε με
τα πάθη μου
ενώπιόν σας
να εκθέσω.












Πρώτη γραφή στην Ξάνθη το 1987.

Καταχωρήθηκαν σε Ηλεκτρονική Μνήμη (PC) τον Σεπτέμβριο του 1996 και
σε (Ιntel Pentium) το 1999.

Δόθηκαν:

1. Τέλος Φίλης Θεσσαλονίκη Σεπτέμβριος 1996

2. Γιώργος Βλησίδης Θεσσαλονίκη Σεπτέμβριος 1996
3. Δημήτρης Μαυρογιάννης Σέρρες Σεπτέμβριος 1966
4. Παναγιώτης Μέντης Αθήνα Νοέμβριος 1966
5. Δημήτρης Χουλιαράκης Αθήνα Νοέμβριος 1966
6. Νίκη Κώτσιου Αθήνα Ιούλιος 1997
7. Ανδρέας Τσάφος
Σοφία Καρακάτντζα Θεσσαλονίκη Αύγουστος 1997

8. Μικέλα Χαρτουλάρη Αθήνα Μάρτιος 1999
9. Κώστα Γώγο Αθήνα Μάιος 1999
  1. Δημήτρη Τσατσούλη Αθήνα Σεπτέμβριος 1999
  2. Γιάννη Βαρβέρη Αθήνα Μάρτιος 2000
  3. Τρύφων Καλαμίτσης Χανιά Μάιος 2004
  4. Λίλυ Εξαρχοπούλου Αθήνα Μάιος 2004
























Απόσπασμα από τον "Ναύτη"

Ανεβοκατεβαίναμε στην κεντρική βόλτα της Βαρκελώνης. Στα πλαϊνά δρομάκια, δεκάδες μαγαζιά πρόσφε­ραν ποτά και διασκέδαση. Άνθρωποι κυκλοφορούσαν παντού. Κάποιοι άλλοι όμως αναχωρούσαν την ίδια στιγμή για αλλού. Σε μια στιγμή είδα τον κόσμο σφαιρικά. Ήταν ένα μικρό πλήθος γεμάτο ψυχές που έκαναν τη βόλτα τους πάνω κάτω στη γη και γύρω από αυτή. Από μια μακρινή σκοπιά, κάπου τριγύρω μας, θα ήταν και η ψυχή του παππού, μαζί με αυτή του γιου του. Οι ομορ­φότεροι εγωιστές. Τώρα, εξαϋλωμένοι, θα ανασκοπούν τά άκαμπτα πάθη τους...
Είδαμε έναν Βολιώτη ναύτη να τριγυρνάει μόνος του.
Ήρθε προς το μέρος μας. «Ελάτε μαζί μου» είπε «θα σας πάω εδώ πίσω στα μπαρ».
Μας τράβηξε σε ένα στενό. Κρατούσε στο χέρι του έναν οδηγό της πόλης. Τον ακολούθησα, μήπως και ξέ­φευγα από την καταθλιπτική διάθεση που με είχε ρίξει το τηλεφώνημα.
Στο μαγαζί υπήρχαν δεκάδες άτομα που χόρευαν. Άτομα αλλόκοτα, μεταμφιεσμένα, μεθυσμένα. Εκκεντρι­κές γυναικείες παρουσίες και άνδρες που τις συναγωνίζο­νταν σε θηλυκότητα και λαμπερό ντύσιμο.
Μόλις είδαν τις άσπρες στολές μας, άρχισαν να ουρλιάζουν. Μας έριξαν στο κέντρο της πίστας και χτυπού­σαν δυνατά τα χέρια και τα πόδια τους. Ισπανική χορευ­τική υπόκρουση, αλαλάζον πλήθος. Στην αρχή μουδια­σμένοι, σαν θύματα μιας θυσίας, προσπαθούσαμε να ξε­φύγουμε από τον κύκλο τους. Ύστερα έπεσαν πάνω μας και ήθελαν να μας καταβροχθίσουν. Κίτρινα και μπλε μαλλιά, λαμέ και χρυσά βλέφαρα, αλυσίδες, μπότες, αιχμηρά αντικείμενα, φορέματα που έβγαζαν ήχους. Αν η κόλαση είναι κάπως έτσι, καμιά ψυχή δε θα ησυχάζει εκεί πέρα.
Όταν άρχισαν να μας περιλούουν με σαμπάνιες και γλυκά ποτά, άρχισα να μεθάω και να χορεύω. Ήξερα σε ποιους θα αφιέρωνα αυτόν τον χορό. Σε όλους τους ταξι­διώτες της γης και του ουρανού. Που βρίσκουν λιμάνια για να αράξουν και να πεθάνουν. Είδα τη λευκή πλάκα που σκέπαζε τον παππού. Πάνω της, σε ελληνική γραφή ένα όνομα. Είχαμε το ίδιο όνομα, μόνο οι ημερομηνίες άλλαζαν. Είδα να κηδεύεται το Όνομά Μου. Ήμουν πο­λύ νέος για να συνειδητοποιήσω τη ματαιότητα και την ασυνέχεια της ύπαρξής μας. Ήθελα να υπάρχω.
Μια τεράστια γυναίκα ακούμπησε τα βυζιά της στο πρόσωπό μου. Μου τα έδινε για δροσιά. Άγγιζα και ρουφούσα δυο πλαστικές σακούλες σε σχήμα στήθους. Οι ψεύτικες ρώγες έβγαζαν σαμπάνια και όχι γάλα. Πνιγό­μουν στο ξεφάντωμα της βραδιάς και μαζί μου πνίγονταν όσα είχα ακολουθήσει κολυμπώντας. Οι γοργόνες, τα σκαριά της ιστορίας και οι ακτές των μύθων.
Το τέλος του παππού ήταν και το τέλος του παραμυ­θιού μέσα μου. Ευτυχώς είχε προλάβει να με στείλει στο ταξίδι με τη γοργόνα... Τώρα καταδυόμουν στον βυθό, ό­που οι γοργόνες έβγαζαν από το σώμα τους την ουρά και από κάτω διέκρινα δυο πόδια γεμάτα τρίχες, ανδρικές, σαν τις δικές μου.





Λ ογοδοσμένοι



1977



1.


" Var en saerdeles lisglad mand "

Ιψεν , Βρικόλακες




Διακριτικές άχνες

και συννεφιές

με χωρίζουν από το πεζοδρόμιο

τα αχνιστά τζάμια

του πατσατζίδικου

και την βιασύνη των άλλων

η δική σου χωρίστρα

είναι ο μόνος δρόμος





2.



«I know of no other commitments

save a virginal faith in myself»

Briusοv



«τώρα που πιάσανε τα κρύα

παράτησα τα δασάκια

πουλάω προφυλακτικά

σε καλαθάκι μέσα

στα σινεμά ή στα υπόστεγα»

είπε η ορφανή





3.



Τι λύπη για σένα σαν

στέκεσαι στα πρακτορεία

υπεραστικών λεωφορείων

με γεύσεις εμετού από πρωινά

ροφήματα και βουτήματα

ειδικά στο πρακτορείο Ευρυτανίας

ή Κομοτηνής

σαν περιφέρεσαι

μου αδειάζεις τα μάτια

μου στερείς τα τοπία








4.



η κούλα παντρεύτηκε τον περασμένο χρόνο

έτσι έμεινε μόνος ο γιώργος

ο γιώργος είναι αδελφός της ελένης

και ήθελε την κούλα

όταν αυτή τό’σκασε με έναν φορτηγατζή

την κυνήγησε μέχρι την πρέβεζα

απόμεινε μια σημείωση, σ’ άφησα έλεγε

έπασχα από ανίατη

ο γιώργος θα κάνει ωτοστόπ

ήδη η κούλα γεννάει στις πλατφόρμες

και παρασύρεται από τα οχήματα

είχε δίκιο η ελένη που παντρεύτηκε

τον περασμένο χρόνο.









5.



για δες στο τραπέζι όπου πίνει

η Αλέκα Τ.

η αφανής γκόμενα

πόσο συγκλίνει το δάπεδο

και προβάλλει ο λόχος του

στρατοπέδου Καρατάσου

του στρατόπεδου Νταλίπη

και εισβάλλουν τα υψωμένα

κανόνια του Μεγάλου Πεύκου.







6.



αμάν αυτά τα ντέρτια

αυτά τα κουνήματα

Ρόζα Εσκενάζυ

Roxy Music











καταχωρήθηκαν στο κομπιούτερ Νοέμβριο 1993

νέα καταχώρηση 1999









Θεόδωρος Γρηγοριάδης

Σύντομα ποιήματα








1. χάλι γκάλι


σας παρακαλώ μου

μαθαίνετε αυτά τα βήματα;

Είμαι ξένος στην πόλη σας



2. της αμαρτωλής


αγρυπνία και ατέλειωτη

νηστεία

η αγάπη σου

συγχώρα με

-δι’ απλής μετανοίας-

σε απάτησα.



3. τηλέρωτας


εγώ εδώ

εσύ εκεί



4. σχέδιο για μια αγάπη

και αναχώρηση


υγρασία-λιτανεία της

βροχής



5. του αποχαιρετισμού


μου υπόσχεσαι

τουλάχιστον

μια βραδιά χωρίς

μεθύσι και προφυλακτικά;



6. το πορτοκαλί το χρώμα

του ουρανού απόψε


πόρτα πρωκτός

πειραιάς πέρασμα

πέραμα



7. αγάπησε τα μάτια σου

όσο κάθε τι στον κόσμο


Δ.Τ

Γ.Λ (132 σειρά)

Σ.Π (δίδυμοι)

Γ.Τ (Σαμοθράκη)




Γράφτηκαν 1979